''Για μένα τότε τελείωσε η ανέμελη ζωή και έγινα πάγος. Βυθίστηκα στην ντροπή. Σταμάτησα να μιλάω, σταμάτησα να γελάω, σταμάτησα να έχω οποιαδήποτε παρέα''
Οι ζωγραφιές των ευτυχισμένων παιδιών είναι χαρούμενες. Εγώ ζωγράφιζα φυλακή, σπίτια με παράθυρα κλεισμένα μαύρα και μετά τα μουτζούρωνα. Κράταγα και ένα δικό μου ημερολόγιο. Με μια δική μου γραφή που δεν μπορούσαν οι άλλοι να διαβάσουν.Το παιδί μιλάει, φτάνει να το πιστέψεις. Γιατί έχουμε και αυτό. Το παιδί να μιλάει και να του λες πάψε τι είναι αυτά που λες. Μας ενδιαφέρει περισσότερο η κοινωνία… τι θα πει. Αν θέλουμε να έχουμε καλή κοινωνία, πρέπει να έχουμε ευτυχισμένα παιδιά».
«Ρε Μαρία τώρα καταλαβαίνουμε γιατί ήμουνα ένα παιδί απότομο»
«Θέλω να μοιραστώ με την Πάτρα και τους ανθρώπους που έζησα κοντά τους, τους συναθλητές μου, τους συμμαθητές μου, τους δασκάλους μου, το ότι τους έχω τόσο βαθιά στην καρδιά μου γιατί το ότι ήμουνα παρέα τους, το ότι μπορούσα να είμαι ανάμεσά τους, να μιλάω όσο μίλαγα, να γελάω όσο γέλαγα, για μένα ήταν πολύ σημαντικό. Δεν το κατάλαβαν ποτέ, αλλά τους έχω μέσα στην καρδιά μου γιατί αυτοί, τα πειράγματά μας, ήταν για μένα πολύ σημαντικά. Κάθε μέρα που περνάει για ένα παιδί που βιώνει κακοποίηση είναι μια δύσκολη μέρα και το να είσαι σε μια ομάδα, να έχεις τους συμμαθητές σου, τους καθηγητές σου, ακόμη και αν δεν μπορείς να πεις αυτό που περνάς είναι μεγάλης σημασίας. Τους αγαπώ πάρα πολύ και τους συμμαθητές μου και τον προπονητή μου… πάρα πάρα πολύ.
Υπήρχαν, αφότου βγήκε το βιβλίο, συμμαθητές μου που μου έλεγαν ρε Μαράκι αν μας το έλεγες θα βοηθούσαμε, κάτι θα κάναμε, τώρα καταλαβαίνουμε το πώς ήσουνα σαν παιδί, γιατί ήμουνα ένα παιδί απότομο, μιλούσα και άσχημα, δεν έλεγα καλημέρα εύκολα. Αν δεν μου άρεσε κάτι είχα έναν πολύ άσχημο τρόπο, σχεδόν αγένεια. Γιατί δεν ήξερα τι μου φταίει».
«Δεν έκλαψα μπροστά στους ανθρώπους. Έκλαιγα όμως συνέχεια μπροστά στον Θεό».
«Θυμάμαι όταν ο πατέρας μου άρχιζε τις βλαστήμιες στην Πάτρα, του έλεγα θα σε τιμωρήσει ο Θεός. Τους έβαζα πολλές φορές να κάνουνε προσευχή πριν να φάμε. Ακόμα το κάνω. Δεν μπορώ να προχωρήσω χωρίς την Παναγία δίπλα μου. Γιατί μόνο αν κοιτάς το θείο, μπορείς να περάσεις οποιοδήποτε πρόβλημα σου δίνεται στη ζωή. Μόνο αν κοιτάς το θείο μπορείς να πέσεις χαμηλά, να σκύψεις χαμηλά να κλάψεις, να ικετέψεις, να μαλακώσει η ψυχή σου. Γιατί η δική μου η ψυχή αργότερα έγινε πάρα πολύ σκληρή και έπρεπε να μαλακώσει μέσω της ανιδιοτελούς προσφοράς. Από την Κένυα που ταξίδευα, μέχρι Αιθιοπία, Ινδία, τους άστεγους, τα γηροκομεία, εμένα αυτό μου έδινε θεραπεία. Μαγειρεύω εκατό μερίδες σπίτι μου και το πηγαίνω στους άστεγους. Εγώ είμαι στο σπίτι μου. Ο άστεγος, είναι άστεγος. Χαίρομαι γιατί ο θεός όσα προβλήματα και να μου΄ δωσε ήμουνα εκεί στα πόδια του. Δεν ζητούσα από τους ανθρώπους. Ζητούσα μόνο από τον Θεό. Δεν έκλαψα μπροστά στους ανθρώπους. Έκλαιγα όμως συνέχεια μπροστά στον Θεό».
«Το νούμερο της φανέλας μου, τηλέφωνο για τα κακοποιημένα παιδιά»
«Έστειλα γράμμα στον πρωθυπουργό και μου απάντησε εκτενώς, με το οποίο ζητώ να γίνει ένα νούμερο τηλεφώνου το 3391, (είναι το νούμερο των Ολυμπιακών αγώνων που εγώ κρατήθηκα από αυτό το όνειρο στη ζωή), να παίρνει ένα παιδί τηλέφωνο και να λέει έχω πρόβλημα. Να το κάνει. Ένα στα πέντε παιδιά στην Ελλάδα κακοποιείται. Στην Κύπρο το ίδιο. Είναι απίστευτοι οι αριθμοί. Πρέπει να είμαστε σκληροί εδώ. Πρέπει να προστατέψουμε το παιδί. Το παιδί το οποίο βίωσε κάτι τέτοιο πρέπει να το αγκαλιάσουμε, να το ενθαρρύνουμε, να του δώσουμε στόχους, να το ξανακάνουμε ευτυχισμένο. Είναι χρέος τηςκοινωνίας. Οι στατιστικές είναι απόλυτες. Παιδιά που έχουν βιώσει σεξουαλική κακοποίηση δεν πετυχαίνουν ποτέ στη ζωή τους. Που καταλήγουνε; Πορνεία, ναρκωτικά, αυτοκτονίες… Θέλω να δείξω πως τελικά ένα παιδί μπορεί να αναστρέψει το κακό. Μπορείς να το γυρίσεις. Σου συνέβη; Οι εφιάλτες δεν τελειώνουν εύκολα. Θέλει να διανύσεις εσωτερικά χιλιόμετρα για να το βγάλεις από μέσα σου και να χαμογελάσεις πλατιά.
Για να φτάσεις στους μεγάλους άθλους πρέπει να είσαι πραγματικά καλά. Οι δυσκολίες είναι αυ-τές που θα σε κάνουν να σκάψεις πιο βαθιά μέσα σου για την επιβίωση, για την ύπαρξη…Εδώ είναι η όλη ιστορία. Να πούμε σε κάθε παιδί ότι εντάξει, πέρασες δύσκολα. Κλάψε… Μετά είμαι εδώ να σε βοηθήσω, να σε σηκώσω, να σου δώσω νέους στόχους. Μπορείς. Κοίτα μια περίπτωση, να είμαι εγώ εδώ. Το έκανα.
Ούτε το πάνω μέρος του παγόβουνου δεν βλέπουμε. Επικοινώνησαν μαζί μου ενήλικες που είχαν κακοποιηθεί ως παιδιά. Ενήλικας παντρεμένος πια μου είπε ότι θαυμάζει που το είπα δημόσια και με θάρρος. Αυτός μου είπε, βιάστηκε από τον πατέρα του. Από τις επτά τέτοιες περιπτώσεις, τα πέντε είναι αγό-ρια. Καταλαβαίνεις για τι μιλάμε;».
''Τελικά, στα 18 καταφέρνω να έρθω στην Αθήνα να σπουδάσω, να ξεφύγω. Εδώ μιλάμε για πείνα μεγάλη. Έτρωγα ...όνειρα στην κυριολεξία μέσα σε μια τρώγλη''
«Ήμουν πολύ αυστηρή στην επιλογή συζύγου, τον πέρασα από χίλια κύματα»
«Ούτως ή άλλως ως μητέρα προσέχω πάρα πολύ, αλλά και το υπόβαθρό μου σαν άνθρωπος είναι τέτοιο. Είχα έναν πάρα πολύ καλό σύζυγο. Τελείωσε. Το ξέρεις. Το βλέπεις. Δεν έπεσα σε αυτό που πέφτει τις περισσότερες φορές ένα κακοποιημένο άτομο, να συνεχίσει το ίδιο μοτίβο. Κινήθηκα όμως και λόγω του βιώματος με γνώμονα να είμαι πολύ αυστηρή στην επιλογή μου μέχρι βαθμό υπερβολής. Είναι αυτό που λέμε τον πέρασα από χίλια κύματα. Ήμουνα και τυχερή. Με αγαπούσε πολύ οπότε κινήθηκαν όλα πολύ καλά».
«Έτρωγα όνειρα στην κυριολεξία, μέσα σε μια τρώγλη»
«Τελικά στα 18 καταφέρνω να έρθω στην Αθήνα να σπουδάσω, να ξεφύγω. Εδώ μιλάμε για πείνα μεγάλη. Έτρωγα …όνειρα στην κυριολεξία μέσα σε μια τρώγλη. Αλλά ήμουν ευτυχισμένη. Γιατί είχα την ελευθερία μου, το οξυγόνο μου. Δεν με ένοιαζε αν δεν είχα να φάω ή αν το ψυγείο είχε ένα αυγό μέσα. Είχα τους στόχους μου. Πρέπει να πεθαίνεις γι αυτό. Και εγώ ήθελα να φτάσω στους Ολυμπιακούς. Και ξαφνικά έρχεται μια Ομοσπονδία να μου κόβει το δρόμο, «ε όχι και να κάνει και ρεκόρ» μου λέγανε. Ήμουνα ένα παιδί που κατάφερε να βγει από τη μαυρίλα, φτάνω και είναι πολύ εύκολο μετά να ξαναφουντάρεις, γιατί έρχονται νέες απογοητεύσεις… Και λες ρε γαμώτο, εγώ έχω κάνει ό,τι ήταν να κάνω. Γιατί να με κόβουνε; Ποιοι; Παράγοντες του αθλητισμού που ήταν πρώην πρωταθλητές. Ρε παράγοντα γιατί είσαι εκεί πέρα; Για να βοηθάς το κάθε ταλέντο. Δεν ζήτησα εγώ κάτι έξτρα. Το 1989 είχα επίδοση που ακόμη και τώρα είναι στις τρεις καλύτερες στη χώρα. Και εγώ το είχα κάνει στα είκοσι, γιατί είχα πείνα για τη ζωή. Και δεν θέλανε να με στείλουνε…Και πάλι το όνειρό μου έμεινε εκεί.
Εγώ δεν είχα τότε δημόσιες σχέσεις. Ήμουνα ακόμη πολύ θυμωμένη με όσα είχαν γίνει στην Πάτρα. Ήμουνα ακόμη εγκλωβισμένη στους δικούς μου φόβους. Σε μια μεγαλούπο-λη ήμουνα. Έπρεπε να δουλεύω, να τα βγάζω πέρα, να προσέχω ποιος με παίρνει από πίσω, ποιος με κυνηγάει… Και να έχεις τον κάθε παράγοντα να σου κόβει το δρόμο. Εκεί τρελαίνεσαι ακόμη παραπάνω. Πάω στο ΣΕΓΑΣ και λέω στον εθνικό προπονητή, εδώ δεν είναι ομοσπονδία, εδώ είναι μπουρδέλο. Πάω τελικά Ολυμπιάδα με έξοδα των Ελλήνων ομογενών, τρέχω μαραθώνιο, ζω το όνειρό μου… Είμαι σε απόλυτη ειρήνη με τον εαυτό μου. Μπαίνω στο ολυμπιακό στάδιο με το ελληνικό σημαιάκι και λέω μέσα μου «φίλε, το χω κάνει!». Τερματίζω πάω στους δημοσιογράφους και τους λέω είμαι ευτυχισμένη. Εγώ το όνειρό μου το πραγματοποίησα, σταματάω τον αθλητισμό, τέλος».
«Δεν είμαι σώμα, είμαι ψυχή».
«Εγώ ήμουνα μαραθωνοδρόμος, 42.195 μέτρα έτρεχα, αυτό. Δεν είχα τρέξει ποτέ στη ζωή μου παραπάνω. Είπα τότε, τι θα κάνω για να τιμήσω την επέτειο της μάχης του Μα-ραθώνα; Για μένα ο μαραθώνιος είναι η ζωή μου, το σέβασμα. Ο μαραθώνιος μου έδωσε την ύπαρξή μου οπότε τι θα κάνω εγώ για αυτό; Και τότε μου ήρθε η ιδέα να είμαι η πρώτη γυναίκα που θα αναβιώσω τον άθλο του Φειδιππίδη. Αθήνα Σπάρτη, Σπάρτη - Αθήνα, Αθήνα - Τύμβος Μαραθώνα, 520 χι-λιόμετρα. Ήμουν 42 χρόνων είχα μια κόρη εννέα χρόνων και είχα σταματήσει τον πρωταθλητισμό από τα 34. Το συζήτησα με τον τότε άντρα μου και μου είπε «έχεις τρελαθεί τελείως, ε;». Όπου και να το είπα μου έλεγαν είναι αυτοκτονία. Δεν υπήρχε πιθανότητα να μπορέσεις να προπονήσεις το σώμα γι αυτό. Μόνο με το μυαλό το κάνεις. Πήγαινα με το μυαλό μου Αθήνα - Σπάρτη 24 ώρες το 24ωρο και ερχόμουνα. Ήμουνα διευθύντρια στο μουσείο μαραθωνίου δρόμου με πάρα πολλές υποχρεώσεις και εγώ στο πίσω μέρος του μυαλού μου να πηγαίνω στην Σπάρτη και να ξαναγυρίζω. Θυμάμαι όταν με κάλεσε ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας, παραμονές του αγώνα μου, και μου είπε «Μαρία ξέρεις ότι τη Δευτέρα θα έχει καύσωνα με 42 έως 47 βαθμούς κατά τόπους; Που θα πας; Εγώ όμως στο μυαλό μου είχα ήδη τερματίσει. Οι μεγάλοι άθλοι, είναι αυτοί που κάνεις εσύ πρώτα στο μυαλό σου.
Ξεκίνησα με 42 βαθμούς και την πρώτη μέρα έτρεξα ακόμη και με 45. Την πρώτη μέρα έκανα δύο μαραθώνιους. Είπα εφόσον μπορώ, πάμε την επόμενη μέρα. Έλα όμως που έρχεται η στιγμή που το σώμα είναι πραγματικά πολύ μικρό για κάτι τόσο μεγάλο. Το σώμα δεν μπορούσε. Τη δεύτερη μέρα έβγαλα υψηλό πυρετό. Την τρίτη δεν λειτουργούσαν τα νεφρά, είχαν φύγει οι πατούσες από κάτω, γόνατα, μέση… Εκεί άρχισα να κάνω μια σκληρή μάχη με το ίδιο μου το σώμα. Άρχισα τότε να λέω, δεν είμαι σώμα, είμαι ψυχή. Κάποια στιγμή ένιωσα ότι δεν είμαι αυτό το σώμα, είμαι κάτι πάνω από αυτό. Άρχισα να αγαπώ τα πάντα. Έφτασα σε σημείο να λέω άλλα 200 χιλιόμετρα έχω μόνο και τερματίζω. Η απόσταση και ο χρόνος για μένα εκείνη τη στιγμή ήταν το απειροελάχιστο. Είναι πια μια άλλη διάσταση. Ήταν μεγάλο πανεπιστήμιο για μένα ο Φειδιππίδειος, γιατί μέσα σε μια εβδομάδα έκανα εντατικά μαθήματα ζωής. Όταν ένα χρόνο μετά πήγα στην Σπάρτη για να με τιμήσουν, με το αυτοκίνητό μου, έφτασα πτώμα από την κούραση. Την άλλη μέρα στην επιστροφή συνειδητοποίησα τι έκανα. Το μυαλό του ανθρώπου, όταν μπαίνει ο φόβος που είναι κακός αφέντης, σταματάει. Εγώ δεν είχα φόβο. Εγώ είπα, πάω Σπάρτη και έρχομαι».
''Ο τρόπος που σου μιλάνε, σε στυλ «σουτ δεν θα μιλήσεις, θα σε σκοτώσω, θα σε χτυπήσω, θα σε πυροβολήσω με αυτό το όπλο» κάνει ένα παιδάκι να τα χάνει. Για μένα τότε τελείωσε η ανέμελη ζωή που είχα μέχρι εκεί πέρα, και έγινα πάγος. Βυθίστηκα στην ντροπή.''
«Το μεγαλύτερο μετάλλιό μου είναι η κόρη μου»
«Αυτά όλα όσα πέρασα, είναι γνώση και σοφία. Δεν μας τα δίνουν τα πανεπιστήμια και οι έπαινοι και τα μετάλλια. Εμένα το μεγαλύτερο μετάλλιό μου είναι η 20χρονη κόρη μου, η Αγάπη. Είναι η δασκάλα μου. Έχω μαζί της πολύ καλή σχέση, όπως και με τα αδέλφια μου, τα οποία τα αγαπώ πολύ.
Τα αδέλφια μου είναι στην Πάτρα. Έχω πολλούς φίλους στην Πάτρα. Μπορεί να μην έρχομαι συχνά λόγω υποχρεώσεων αλλά σίγουρα η Πάτρα για μένα είναι… η Πάτρα.
Από την Πάτρα θα κρατήσω τα όνειρα. Τους εφιάλτες τους έχω αφήσει πίσω μου. Γιατί τώρα πια η μικρή Μαρία, δεν είναι η μικρή Μαρία. Μερικές φορές κοιτάζομαι στον καθρέφτη και λέω «μπράβο σου» στον εαυτό μου. Είναι πολύ σημαντικό να μπορείς να πεις μπράβο στον εαυτό σου, στον δικό σου τον καθρέφτη».
(ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΦΩΤΗΣ ΠΛΕΓΑΣ)
Γιώτα Κοντογεωργοπούλου
Πηγή: thebest.gr